ΑΤΟΜΙΚΕΣ & ΟΜΑΔΙΚΕΣ ΕΚΘΕΣΕΙΣ


Ο Μανουσάκης, στη μακρόχρονη πορεία του στον κόσμο της τέχνης,  έκανε 16 ατομικές εκθέσεις και συμμετείχε σε πάνω από 50 ομαδικές. Δεν επεδίωκε την προβολή, εμφανιζόταν όταν θεωρούσε ότι είχε κάτι καινούργιο να εκφράσει και να παρουσιάσει. Μαθητής ακόμα στο Γυμνάσιο, πήρε για πρώτη φορά μέρος σε ομαδική έκθεση που διοργανώθηκε στη Βικελαία Βιβλιοθήκη στο Ηράκλειο, όπως καταγράφει ο ίδιος σε χειρόγραφο σημείωμά του. Κανένα άλλο στοιχείο δεν είναι γνωστό για εκείνη τη συμμετοχή . Το 1936, σπουδαστής πια της Σχολής Καλών Τεχνών στην Αθήνα, συμμετείχε, με το έργο  του «Το μαγαζί του πατέρα μου», σε ομαδική έκθεση της Σχολής που έγινε στην Αίθουσα Στρατηγοπούλου στην οδό Σταδίου. ΄Ηταν η πρώτη καλλιτεχνική εμφάνιση του Μανουσάκη στην Αθήνα και τότε, για πρώτη φορά, έγινε μνεία του ονόματός του σε αθηναϊκή εφημερίδα .
Λίγο αργότερα, τον Μάρτιο-Απρίλιο του 1940 –είχε ήδη ολοκληρώσει τη φοίτησή του στο εργαστήριο ζωγραφικής της Σχολής– έλαβε μέρος ως χαράκτης στην Πανελλήνια Καλλιτεχνική Έκθεση του Ζαππείου με 2 χαλκογραφίες: «Ο πατέρας μου» και «Κρητικός χωρικός» .
Αμέσως μετά τον Πόλεμο, όπως και οι περισσότεροι καλλιτέχνες της γενιάς του, ο Μανουσάκης ρίχνεται με ενθουσιασμό στη δουλειά και παρουσιάζει έργα του σε πολλές ομαδικές εκθέσεις στις δεκαετίες του ’40 και του ’50. Το 1946 τον συναντάμε  σε δύο εκθέσεις. Η πρώτη έγινε στο «Παντοπωλείον του Νικολάου», όπου έλαβαν μέρος, εκτός από τον Γ. Μανουσάκη, οι Α. Βασιλικιώτης, Ν. Γεωργιάδης, Ν. Εγγονόπουλος, Ν. Νικολάου,  Κ. Ξενάκης, Π. Τέτσης, Γ. Τσαρούχης, κ.ά. Η δεύτερη είχε οργανωθεί από την Ελληνογαλλική Ένωση Νέων στο Γαλλικό Ινστιτούτο και συμμετείχαν 65 καλλιτέχνες, ζωγράφοι, γλύπτες και χαράκτες . Ο Μ. Καλλιγάς, στην κριτική του, επισημαίνει ότι από τους νέους ζωγράφους ξεχωρίζει «προπάντων ο Μανουσάκης, που παίρνει μια ξεχωριστή θέση ανάμεσα στους συναδέλφους του με τα λεπτά, καλοδουλεμένα έργα του που δεν παραγνωρίζουν την αξία του συνόλου. Τα ‘μικρά’ του έργα ασφαλώς υπόσχονται άλλα ‘μεγαλύτερα’» .
Το 1948 (1 Νοεμβ.-15 Δεκ.) έλαβε μέρος στην πρώτη μεταπολεμική Πανελλήνια Καλλιτεχνική Έκθεση του Ζαππείου, όπου εξέθεσε τρία λάδια: «Νεκρή φύση», «Ταβέρνα συνοικιακή» και «Κοριτσάκι με τα μαύρα» . Οι κριτικοί και πάλι τον καλοδέχθηκαν. «Στην ζωγραφική από τους νέους ξεχωρίζει ο Μανουσάκης. Λεπτή και ακριβής εργασία», έγραφε ο Μ. Καλλιγάς, «με βεβαιότητα για το αποτέλεσμα των εκφραστικών μέσων. Ο Μανουσάκης αισθάνεται πολλές από τις αλήθειες που του δίνει το ελληνικό περιβάλλον και τις αποδίδει με μια βαθύτερη κατανόηση στα κάπως μικρογραφικά του έργα» .
Την επόμενη χρονιά (10 Δεκ.1949-25 Ιαν. 1950) η νεοσύστατη τότε καλλιτεχνική ομάδα «Αρμός» –μέλος της ήταν και ο Μανουσάκης– διοργάνωσε την πρώτη της έκθεση στο Ζάππειο. Ο Μανουσάκης συμμετείχε με 3 λάδια, 4 τέμπερες και 8 σχέδια . «Οι τέμπερες του Μανουσάκη», έγραφε ο Μ. Χατζηδάκις, «με τους καθαρούς τόνους, τις μεγάλες επιφάνειες, τις ευθείες που πηγαίνουν οριζόντια ή πλάγια σε βάθος, είναι πάντα γοητευτικές…Και τα σχέδιά του είναι εξαίρετα» . Ο Α. Προκοπίου επίσης, εξαίροντας την ευαισθησία των έργων του Μανουσάκη, σημείωνε χαρακτηριστικά: «Δεν έχω προσωπικές σχέσεις με τον άνθρωπο. Μου μιλά το έργο του και κάθε φορά πιο ζεστά» . 
Στην Δ΄ Πανελλήνια Καλλιτεχνική Έκθεση, που έγινε στο Ζάππειο το 1952 (Απρίλιος-Μάιος), ο Μανουσάκης υπέβαλε για έγκριση 10 ακουαρέλες, από τις οποίες εκτέθηκαν τελικά οι 6: «Καφενείο η Σάμος», «Εσωτερικό δωματίου (Πάτμος)», «Ο χρυσός καθρέφτης», «Παραθαλάσσιο τοπίο», «Χρωματιστό τέμπλο (Μύκονος)» και  «Οινοπαντοπωλείον» . Ο Μ. Καλλιγάς έγραφε στην κριτική του ότι «ο Μανουσάκης, με των μικρών διαστάσεων έργα του, κατέκτησε  –και δικαίως– τη συμπάθεια του κοινού… Πόση ελληνική πραγματικότητα κλείνουν οι μικρές αυτές Ελλάδες του Μανουσάκη, γιατί κάθε πίνακάς του περιέχει και μια μορφή Ελλάδας» .
Την ίδια χρονιά, το 1952, οργανώθηκε στη γενέτειρά του, στο κτίριο της Λέσχης Επιστημόνων του Ηρακλείου (5-12 Οκτ.), η πρώτη ατομική του έκθεση (εικ. 000). Σύμφωνα με τον δίπτυχο κατάλογο που εκδόθηκε τότε, εξέθεσε 20 ακουαρέλες, 2 τέμπερες και 2 αντίγραφα βυζαντινών τοιχογραφιών . Ο ζωγράφος Θωμάς Φανουράκης, αγαπημένος παιδικός του φίλος, παρουσίασε το έργο του στον τοπικό τύπο με την ακόλουθη επισήμανση: «΄Ο,τι όμως κυριώτατα χαρακτηρίζει τη δουλειά του Μανουσάκη είναι η αλήθεια  και προπαντός μια γνήσια, ελληνική αλήθεια» .
Στο τέλος του χρόνου (10 Δεκ. 1952-10 Ιαν. 1953) συμμετείχε, με 9 έργα του,  στη Β΄ Έκθεση του  «Αρμού» που έγινε στο Ζάππειο. Η τεχνοκριτικός Ελένη Βακαλό έγραφε τότε για τον Μανουσάκη ότι  «ο ζωγράφος αυτός, κύριος των μέσων του πια, αυθόρμητα, σα φυσική λειτουργία σχεδόν, ξέρει ν’ ακουμπά όλη τη συγκίνησή του στο παραμικρό κομμάτι των έργων του» .
Το έργο του Μανουσάκη θα αξιολογηθεί ιδιαίτερα στην πρώτη ατομική του έκθεση στην Αθήνα, με ακουαρέλες και σχέδια, που έγινε το 1957 (14 Ιουν.-1 Ιουλ.) στην  γκαλερί «Ζυγός» του Φρ. Φραντζισκάκη, στην οδό Βουκουρεστίου αρ. 11 . «Είναι η πρώτη φορά, αν δεν με απατάει η μνήμη, που οργανώνει ατομική έκθεση ο Γιώργος Μανουσάκης (μικρή αίθουσα «Ζυγού»). Μια σειρά από υδατογραφίες και αρκετά σχέδια», έγραφε ο Τώνης Σπητέρης,  «επιτρέπουν να παρακολουθήσουμε την τελευταία του εργασία. Θεωρούμε συνήθως την ‘ελαφρά’ αυτή ύλη σαν ένα δευτερεύον εκφραστικό μέσο των ζωγράφων, ίσως γιατί έτσι συμβαίνει κατά κανόνα. Το δύσκολο αυτό είδος όμως, που τόσο τίμησαν κυρίως οι ΄Αγγλοι τοπιογράφοι του 18ου αιώνα, απαιτεί απόλυτη γνώση του υλικού και του χειρισμού του, μεγάλη ευαισθησία και σιγουριά. Τότε μονάχα μπορεί να το αναγάγη κανείς σε εφάμιλλο τρόπο έκφρασης όπως και το λάδι. Ο Μανουσάκης κατέχει τα προσόντα αυτά, είναι επίσης και πραγματικός ζωγράφος…».
Η τεχνοκριτικός Ελένη Βακαλό  έγραψε επίσης, με την ευκαιρία αυτής της έκθεσης, ότι «είναι τέτοια η διακριτικότητα της ζωγραφικής του Μανουσάκη, απέναντι στην ζωγραφική και απέναντι στα πράγματα εννοώ –ο σεβασμός του–  που πολλές φορές νομίζεις ότι ακολουθεί πιστά μονάχα ό,τι αυτά του δίνουν σαν ένας απλός νατουραλιστής. Δεν είναι έτσι. Ο Μανουσάκης ακολουθεί και βλέπει την κάθε γραμμή και την κάθε απόχρωση του αντικειμένου, γιατί θέλει να ανακαλύψη την μορφή τους, νοιώθει πως υπάρχει μέσα τους ζωή, ξέρει πως οι ουσιαστικές αξίες δεν βρίσκονται εκεί που υπάρχει η κραυγή, αγαπά από την ίδια τη φύση του το σιωπηλό, σαν αμέτοχο, πέρασμα των πραγμάτων μέσα από τον χρόνο…» . 
Στη δεκαετία του ’50 έργα του Μανουσάκη παρουσιάστηκαν και στο εξωτερικό: το 1955 στην  έκθεση Ελλήνων ζωγράφων στο Γκότεμποργκ της Σουηδίας, και το 1956 στην έκθεση Ελλήνων ζωγράφων που διοργάνωσε η γκαλερί «Σαγκιτάριους» στην 5η Λεωφόρο της Ν. Υόρκης. Οι Τάιμς της Ν. Υόρκης έγραψαν τότε ότι «τα τοπία του Μανουσάκη προκαλούν αναπολήσεις ζωηρών οπτικών εντυπώσεων σ’ εκείνους που δεν έχουν επισκεφθή την Ελλάδα» . Το 1959 συμμετείχε επίσης μ’ ένα έργο του ανεικονικής ζωγραφικής σε εκθέσεις στο Λονδίνο και στον Καναδά .
Ακουαρέλες του Μανουσάκη είχαν την ευκαιρία να χαρούν  οι Αθηναίοι και τον Φεβρουάριο του 1960, στην έκθεση που οργάνωσε η Ανώνυμος Γενική Εταιρεία Τσιμέντων «Ηρακλής-΄Ολυμπος» –μετέπειτα ΑΓΕΤ-Ηρακλής– στην αίθουσα «Αρμός», στην οδό Ηρακλείτου αρ. 21,  στην Αθήνα. Παρουσιάστηκαν οι ακουαρέλες που είχε φιλοτεχνήσει για την εικονογράφηση του καλλιτεχνικού ημερολογίου της εταιρείας για το 1960, με θέμα τις Κυκλάδες. Ακουαρέλες του Μανουσάκη από τη συνεργασία του με την ΑΓΕΤ-Ηρακλής για την εικονογράφηση των καλλιτεχνικών ημερολογίων της εταιρείας παρουσιάστηκαν και το 1963, στην ομαδική έκθεση που διοργανώθηκε στον «Ζυγό» με έργα των καλλιτεχνών που είχαν εικονογραφήσει τα ημερολόγια της ΑΓΕΤ-Ηρακλής στην περίοδο 1953-1963 . Ο «Αρμός» παρουσίασε επίσης στη Θεσσαλονίκη, στα 1966, τα έργα του Γ. Μανουσάκη και του Ν.Γ. Πεντζίκη  που είχαν δημοσιευτεί στο ημερολόγιο της ΑΓΕΤ-Ηρακλής του 1966, που είχε ως  θέμα την πόλη και τα μνημεία της Θεσσαλονίκης.
Στην αρχή της δεκαετίας του ’60 (13 Απρ.-5 Μαΐου 1962) ο Μανουσάκης θα παρουσιάσει σχέδιά του στην Ελληνο-Αμερικανική Ένωση στην Αθήνα, στην οδό Ηρώδου Αττικού αρ. 25. Η ΄Ενωση διοργάνωσε τότε, από 11 Φεβρουαρίου έως 5 Μαΐου,  μια σειρά εκδηλώσεων με τίτλο «Τέσσερις σύγχρονοι ζωγράφοι», που ήταν αφιερωμένες στην Κούλα Μαραγκοπούλου και στους Μίνω Αργυράκη, Νίκο Νικολάου και Γιώργο Μανουσάκη . 
Τα επόμενα χρόνια, έως το 1974, εμφανίζεται, άλλοτε με λιγότερα κι άλλοτε με  περισσότερα έργα, σε διάφορες ομαδικές εκθέσεις. Το 1967 (5 Απρ. -10 Μαΐου) εξέθεσε δύο έργα στην Θ΄ Πανελλήνια ΄Εκθεση:  μια  «Νεκρή φύση» σε λάδι και το έργο «Η νύφη» σε αυγοτέμπερα. Την ίδια χρονιά ξεκίνησε και η συνεργασία του με την γκαλερί Ζήτα-Μι της Θεσσαλονίκης, με πρωτοβουλία της κ. Μίνας Ζάννα. Από επιστολές που σώζονται στα κατάλοιπα του Γ. Μανουσάκη φαίνεται ότι η συνεργασία τους συνεχίστηκε για τρία τουλάχιστον χρόνια .
Δυο χρόνια αργότερα, το 1969 (5-25 Φεβρ.), θα εκθέσει έργα του στο Καλλιτεχνικό Πνευματικό Κέντρο «΄Ωρα», στην οδό Ξενοφώντος αρ. 7, μαζί με  τρεις αγαπημένους φίλους, τη Νίκη Καραγάτση, τον Ανδρέα Φωκά και τον Φίλιππο Τάρλοου. «Στην φετεινή δουλειά του Μανουσάκη», έγραφαν οι κριτικοί, «ο θεατής αναγνωρίζει έναν κόσμο ακατοίκητο και ερημικό, με τοίχους χωρίς παράθυρα και θάλασσες χωρίς πλοία» . Ο ζωγράφος Γ. Μιγάδης, που προλόγισε τον κατάλογο, διέκρινε μια «παραπλήσια στάση των τεσσάρων απέναντι στη ζωή και στον κόσμο», και διερωτάται: «Και θα ήταν πολύ να έλεγε κανείς ότι αυτή είναι μια στάση Ελληνική, στάση με κάποια ανθρωπιά δηλαδή;» .
Το 1970 πήρε μέρος σε δύο ομαδικές εκθέσεις. Η μια, που  ήταν αντιπροσωπευτική έκθεση σύγχρονης ελληνικής τέχνης, έγινε στην Κύπρο (Μάιο-Ιούνιο) και ο Μανουσάκης συμμετείχε  με το έργο του «Το κορίτσι με τα μαύρα» . Η άλλη έγινε στην Αθήνα, στην γκαλερί «Διαμαρτυρία» (24 Σεπτ.-12 Οκτ.), όπου συμμετείχαν οκτώ καλλιτέχνες: η Άννα Αραβαντινού-Λευκοκίλου και η Κατερίνα Σισμάνη-Χαριάτη, καθώς και οι Κώστας Βαρβέρης, Γιώργος Δρίζος, Γιώργος Μανουσάκης, Μίκης Ματσάκης, Γιώργος Μούγιος και Κώστας Φάσσος .
Τον Απρίλιο του 1971 συμμετείχε σε ομαδική έκθεση στο Χίλτον στην Αθήνα  και, λίγο αργότερα, μέσα στον ίδιο χρόνο, στην Α΄ Παγκρήτια Έκθεση Καλών Τεχνών στα Χανιά (12 Σεπτ.-12 Οκτ.), όπου εξέθεσε  δύο ακουαρέλες, το  «Καφενείο στο Παγκράτι» και την «Ιχθυαγορά στον Πόρο» .  Το 1973 πήρε μέρος στην ομαδική έκθεση που διοργάνωσε η Μακεδονική Καλλιτεχνική Εταιρεία «Τέχνη» στη Θεσσαλονίκη με θέμα «Έλληνες ζωγράφοι του 20ού αιώνα. Η νεώτερη γενιά (1910-1920)» . 
Μια νέα φάση της δουλειάς του παρουσίασε το 1974 (11-30 Ιαν.) σε ατομική έκθεση
 

στην «Ώρα». Εξέθεσε 19 έργα, όλα λάδια, σε δύο κυρίως χρώματα –άσπρο και μαύρο– με μια τάση αφαίρεσης , επηρεασμένος από τις αναζητήσεις του στον χώρο της ανεικονικής ζωγραφικής στις δεκαετίες του ’50 και ’60. «Πάνω σ’ αυτά τα μαύρα φόντα», έγραφε η ΄Εφη Ανδρεάδη, «επιχειρεί να διαγράψει μια ζωή σταματημένη, κρεμασμένη απ’ τη σιωπή» . Την ίδια χρονιά έλαβε μέρος και σε δύο ομαδικές εκθέσεις: η μια, στην γκαλερί «Θόλος», είχε τον τίτλο «Νεοκλασσική Αθήνα - ΄Αλλοτε και τώρα», και η άλλη –έγινε στην  γκαλερί «Άστορ» και περιελάμβανε έργα μικρού σχήματος– «Δεκέμβριος ’74» . 

 

Γνωστή είναι η ενασχόληση του Μανουσάκη με το σχέδιο και η αγάπη του γι’ αυτό. ΄Ετσι, το 1975 (8-30 Μαΐου), παρουσίασε στην  γκαλερί «Θόλος» στην οδό Φιλελλήνων αρ. 30, μια επιλογή από 40 σχέδιά του φιλοτεχνημένα μεταξύ 1952 και 1972. «Τα σχέδιά μου είναι ίσως το μεγαλύτερο μέρος της δουλειάς μου, αλλά και το περισσότερο άγνωστο στο κοινό», έγραφε  στον δίπτυχο κατάλογο της έκθεσης . Την ίδια χρονιά εξέθεσε παλιότερα έργα του (λάδια) στην γκαλερί «Κοχλίας» στη Θεσσαλονίκη και έλαβε επίσης μέρος στην ομαδική έκθεση ζωγραφικής, γλυπτικής, χαρακτικής και αφίσας που διοργάνωσε η ίδια γκαλερί . Συμμετείχε επίσης στην Γ΄ Παγκρήτια Έκθεση Καλών Τεχνών στα Χανιά (12-30 Οκτ.), καθώς και στην Πανελλήνια Έκθεση του Ζαππείου .
Τον Φεβρουάριο του 1976 θα λάβει μέρος σε ομαδική έκθεση Κρητών καλλιτεχνών στην γκαλερί «Κ. Σταυρακάκη» στη Ν. Σμύρνη . Το καλοκαίρι του ίδιου χρόνου (10-25 Ιουλίου) παρουσίασε έργα του στο Εικαστικό Φεστιβάλ Κρήτης, όπου συμμετείχαν επίσης η  Κ. Μαραγκοπούλου και οι  Π. Τέτσης, Γ. Σικελιώτης, Γ. Κανακάκης, Ο. Κανέλλης, Τ. Σιδέρης, Σπ. Βασιλείου και ο λαϊκός ζωγράφος Αλκιβιάδης Σκουλάς, γνωστότερος ως Γρυλιός. Η πρωτοτυπία του Εικαστικού Φεστιβάλ Κρήτης ήταν ότι οι εκθέσεις των έργων δεν έγιναν σε ειδικές για τον σκοπό αυτό αίθουσες, αλλά σκορπίστηκαν στις ευρύχωρες αίθουσες των παλιών βενετσιάνικων καφενείων της παραλίας του Ρεθύμνου. Οι εφημερίδες και τα περιοδικά σχολίασαν με ενθουσιώδη λόγια τις εκθέσεις στο Ρέθυμνο, με τίτλους όπως «Η τέχνη στο λαό», «Η τέχνη κτήμα του απλού  λαού» κ.ά. .
Ο χρόνος  έκλεισε με μια αναδρομική έκθεση έργων του Μανουσάκη που διοργανώθηκε το φθινόπωρο (18 Οκτ.-10 Νοεμ. 1976) στο βιβλιοπωλείο Gazette στην οδό Σόλωνος αρ. 30, στην Αθήνα. Παρουσιάστηκαν 39 έργα του, κυρίως ακουαρέλες (εικ. 000). Ο Αλέξανδρος Ξύδης, που προλόγισε τον δίπτυχο κατάλογο της έκθεσης, έβαλε στο κείμενό του  τον  τίτλο «Μανουσάκης: Ζωγράφος της Τιμιότητας» και έκανε κάποιες χρήσιμες επισημάνσεις. «Είναι περίεργο αλήθεια πώς έργα τόσο σεμνά, τόσο χαμηλόφωνα, τόσο μυστικά όπως του Γιώργου Μανουσάκη», έγραφε, «αγκιστρώνουν την προσοχή σου όπου τα συναντήσεις, ανάμεσα σε άλλα, σε γκαλερί ή σε σαλόνια. ΄Εχουν μέσα τους κάποια δύναμη που σε σταματάει, κάποια έλξη που δε στηρίζεται σε εντυπωσιακές διαστάσεις, σε ζωηρά χρώματα, σε προκλητικά ή ασυνήθιστα θέματα. Όλα είναι φτιαγμένα σε μικρό σχήμα, τοπία της υπαίθρου και της πόλης, από παράμερες συνοικίες της Αθήνας ή της Θεσσαλονίκης, εξωτερικά και εσωτερικά σπιτιών, σπάνια καμμιά ανθρώπινη μορφή ή πορτραίτο, καμμιά νεκρή φύση, όλα ντυμένα μιαν ήρεμη, σιωπηλή ποίηση. Μια ποίηση δίχως αισθηματικά φλου –όλα αυστηρή ακρίβεια» .
Παλιοί και θερμοί ήταν, όπως είδαμε, οι δεσμοί του Μανουσάκη με την πόλη της Θεσσαλονίκης. Δεν θα μπορούσε λοιπόν να λείπει από την έκθεση «Μορφές και δημιουργοί της  Νεοελληνικής ζωγραφικής» που οργάνωσε το 1977 η Μακεδονική Καλλιτεχνική Εταιρεία «Τέχνη». Η έκθεση αυτή, μετά τη Θεσσαλονίκη, μεταφέρθηκε  και σε άλλες  πόλεις της Βόρειας Ελλάδος. Εκτός από τον Μανουσάκη, συμμετείχαν οι Α. Αστεριάδης, Γ. Βακαλό,  Σπ. Βασιλείου, Α. Βουρλούμης,  Γ. Γουναρόπουλος, Ν. Εγγονόπουλος, Γ. Μαυροΐδης, Γ. Μόραλης, Γ. Τσαρούχης, Γ. Σπυρόπουλος, Θ. Φανουράκης και Ν. Χατζηκυριάκος-Γκίκας,  καθώς και  οι Ι. Λαγάνα, Ρ. Λεονταρίτου  και Κ. Μαραγκοπούλου .
Το καλοκαίρι του 1977 (18 Ιουλ.-3 Αυγ.) θα συμμετάσχει και στην ΄Εκθεση Κρητών Καλλιτεχνών που διοργάνωσε στην γκαλερί Κ. Σταυρακάκη στο Ηράκλειο ο «Σύλλογος Πολιτιστικής Αναπτύξεως Ηρακλείου»  σε συνεργασία με συλλόγους και σωματεία της πόλης.
                                          
 Το τέλος του χρόνου (29 Νοεμ.-15 Δεκ. 1977) θα κλείσει με μια ατομική του έκθεση στην  γκαλερί «Κρεωνίδης», στην οδό Νίκης και Υπερείδου αρ. 7. Λάδια, και κυρίως ακουαρέλες και αυγοτέμπερες  –συνολικά 47 έργα– παρουσιάστηκαν στο αθηναϊκό κοινό με τον γενικό τίτλο «Αντικείμενα» . Στο σύντομο κείμενό του στον δίπτυχο κατάλογο της έκθεσης, με τίτλο «Η μαγεία της ύλης», ο Μανουσάκης μιλάει μέσα από την καρδιά του για τα πράγματα που τον συγκινούν και τον εμπνέουν.
Στα 1978 συμμετείχε, με το έργο του «Το καφενείο της πλατείας», στην έκθεση «Λιθογραφίες», που διοργάνωσε η Artigraf στο Γαλλικό Ινστιτούτο. Το 1979 πήρε μέρος επίσης στην ΄Εκθεση του Ζαππείου που οργάνωσε το Υπουργείο Παιδείας . Έναν χρόνο αργότερα, την άνοιξη του 1980 (21 Απρ.-10 Μαΐου),  έγινε έκθεση σχεδίων του στο Ηράκλειο, στην γκαλερί Κ. Σταυρακάκη. «Τα σχέδια αυτά», έγραφε ο Μανουσάκης στην πρόσκληση της έκθεσης, «έγιναν τα έτη 1952 και 1953 στην  Κρήτη και κυρίως στο Ηράκλειο. Από τότε έχουν περάσει 28 χρόνια και στο διάστημα αυτό πολλά πράγματα έχουν αλλάξει, όχι μόνον στην Κρήτη, αλλά σ’ ολόκληρη την Ελλάδα. Η  ‘πρόοδος’ ή ‘αξιοποίηση’ και γενικά αυτό που με μια λέξη σήμερα το αποκαλούμε ‘πολιτισμό’ δεν είχε ακόμη ισοπεδώσει τον τόπο μας και η Κρήτη δεν είχε χάσει ακόμα το ιδιαίτερο πρόσωπό της, που ήταν ο καθρέφτης της ψυχής της… Για το λόγο αυτό νομίζω ότι τα σχέδια που εκθέτω τώρα στην ιδιαίτερή μου πατρίδα, το Ηράκλειο, αποκτούν εκ των υστέρων μια νέα διάσταση που δεν την είχαν όταν τα έφτιαχνα και  γίνονται ένα είδος ντοκουμέντα ή μαρτυρίες μιας εποχής που πέρασε και ενός κόσμου που χάθηκε. Με την έννοια αυτή πιστεύω ότι τα σχέδιά μου αυτά είχαν κάποιο λόγο να εκτεθούν στο Ηράκλειο».
Σημαντική μαρτυρία για το έργο του και τα ποικίλα ενδιαφέροντά του αποτελούν οι εκδηλώσεις που οργάνωσε το 1981 (23 Νοεμ.-11 Δεκ.)  το Καλλιτεχνικό Πνευματικό  «΄Ωρα», με  τίτλο «Γνωριμία με τον Γιώργο Μανουσάκη. Ζωγραφική – Ντοκουμέντα – Διαφάνειες - Προβολές». Κυκλοφόρησε τότε και ένα μικρό τεύχος με τίτλο «Γ. Μανουσάκης. Ζωγραφική – Αερομοντέλα – Αγριολούλουδα – Διαφάνειες –Κινηματογράφος», όπου ο ίδιος, με σύντομα κείμενα, μιλάει για τη δουλειά του στους διάφορους τομείς που τον ενδιέφεραν και στους οποίους αφιέρωνε τον χρόνο του .
Στις δεκαετίες του ’80 και ’90 ο Μανουσάκης συμμετείχε κυρίως σε ομαδικές εκθέσεις. Το 1982 πήρε μέρος σε δύο εκθέσεις: τον Μάιο (5-31) στην έκθεση «Αντικείμενα -Ζωγραφική» στην αίθουσα τέχνης «Υάκινθος» στην Κηφισιά (οδός Ζηρίνη αρ. 23), μαζί με τους Π. Καλαντζόπουλο, Λ. Κανακάκι, Σ. Καραβούζη και Χρ. Μπότσογλου , και τον Σεπτέμβριο στην έκθεση που διοργάνωσε το Ίδρυμα Πιερίδη στη Λευκωσία με έργα Ελλαδιτών ζωγράφων, στο Πολιτιστικό Κέντρο του Δήμου, στο πλαίσιο του Ζ΄ Φεστιβάλ Λευκωσίας . Στο τέλος του 1982 - αρχές του 1983 πήρε μέρος και σε μια περιοδεύουσα έκθεση στην Κρήτη, με τίτλο «Η γενιά του ’30. Ζωγράφοι-Χαράκτες», που διοργάνωσε η Παγκρήτια Πολιτιστική Κίνηση και η Κινητή Πινακοθήκη σε συνεργασία με το Υπουργείο Πολιτισμού . Τον Μάιο του 1983 εξέθεσε επίσης έργα του στην αίθουσα  τέχνης «Υάκινθος», μαζί με τη Ν. Καραγάτση  και τους Μ. Γεωργά και Α. Φωκά . Καινούργια δουλειά, σε ατομική έκθεση, θα παρουσιάσει στα 1984/1985 (10 Δεκ.-5 Ιαν.) στην γκαλερί «Κρεωνίδης». Εξέθεσε 25 ακουαρέλες με νησιώτικα θέματα εμπνευσμένα από την Αμοργό, τη Σχοινούσα και τη Φολέγανδρο. «Είναι πίνακες μικρών σχετικά διαστάσεων, μα υψηλού ποιοτικού επιπέδου», έγραφε ο Ν. Αλεξίου, «έχουν την ποιότητα που χαρακτηρίζει όλο το ζωγραφικό του έργο, που διαμορφώθηκε βέβαια μέσα στη μακρόχρονη διακονία του στην τέχνη, με συνεχή στοχασμό και εγρήγορση. Λέγοντας ποιότητα εννοούμε την ικανότητα που έχουν ταλαντούχοι καλλιτέχνες να ενοποιούν αδιάρρηκτα μορφή και περιεχόμενο… τι μήνυμα προσκομίζει η ζωγραφική του Μανουσάκη; Αναδείχνει την αξία του νεοελληνικού πολιτισμού» .
Στα 1985, στο πλαίσιο των εκδηλώσεων για την «Αθήνα-Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης», συμμετείχε στην έκθεση «Ελλάδα και Θάλασσα» με το έργο του «Δύση στην Αίγινα, 1971» . Τον επόμενο χρόνο (Μάρτιος-Μάιος 1986) έλαβε μέρος στην έκθεση «Η φυσιογνωμία της μεταπολεμικής τέχνης στην Ελλάδα» που διοργάνωσε το Πνευματικό Κέντρο  του Δήμου Αθηναίων-Δημοτική Πινακοθήκη . Την ίδια χρονιά εξέθεσε επίσης έργα του,  μαζί με τους  Μ. Γεωργά και Α. Φωκά, στην γκαλερί «Ειρμός» στη Θεσσαλονίκη .
Εκτός όμως απ’ αυτές τις συμμετοχές σε ομαδικές εκθέσεις, το 1986 έκανε και μια ατομική έκθεση στην «΄Ωρα» (24 Νοεμ.-12 Δεκ.), όπου παρουσίασε 20 ακουαρέλες και 8 αυγοτέμπερες. «Η εργασία που εκθέτω φέτος στην γκαλερί ΄Ωρα», έγραφε  ο ίδιος στο δίπτυχο της έκθεσης,  «δεν προοριζότανε για μια ατομική έκθεση∙ αυτός είναι και ο λόγος που δεν υπάρχει ενότητα ούτε στο θέμα μου ούτε στην τεχνική μου» .
Το 1987 (27 Απρ.-15 Μαΐου) η αίθουσα τέχνης «Υάκινθος» έκανε μια αναδρομική έκθεση με χαρακτικά έργα του Μανουσάκη που κάλυπταν μια μακρά περίοδο, από το 1938-1986 . Την ίδια χρονιά ο Μανουσάκης  συμμετείχε και  σε δύο ομαδικές εκθέσεις: τη μια την είχε οργανώσει  η Artigraf (11-31 Μαΐου), με θέμα  την «Ελληνική Άνοιξη», και την άλλη η  αίθουσα τέχνης  «Υάκινθος», με θέμα «Έλληνες υδατογράφοι από τον 19ο στον 20ό αιώνα» .
Ένα χρόνο αργότερα (14 Δεκ. 1988-8 Ιαν. 1989) η  «΄Ωρα» παρουσίασε 86 σχέδιά του με τον τίτλο «Σχέδια Γ.Μ. 1948-1984». Κυκλοφόρησαν επίσης τότε τρία λευκώματα (in folio)  –«Τα Προσφυγικά», «Τα Πέριξ» και «Τα Νησιά»–, που το καθένα περιείχε 15 σχέδια του Μανουσάκη μαζί με ένα σύντομο επεξηγηματικό κείμενο γραμμένο από τον ίδιο.
Στα 1988/1989 τον συναντάμε σε δύο εκθέσεις. Η μια, με τίτλο «Υλικά και τεχνική στη Χαρακτική (Ξυλογραφία-Χαλκογραφία-Λιθογραφία)», είχε οργανωθεί από την γκαλερί «Άποψη» της Δήμητρας Τσούχλου σε συνεργασία με την Artigraf (24 Νοεμ.88-24 Ιαν.1989) , και η άλλη (5-30 Ιουν.) από την γκαλερί «Αστρολάβος» της Αντωνίας Δημητρακοπούλου. Η τελευταία έκθεση είχε ως θέμα τον Πειραιά, όπως τον ζωγράφισαν, εκτός από τον Γ. Μανουσάκη, η Μ. Πωπ και οι Μ. Γεωργάς, Κ. Γραμματόπουλος, Γ. Μιγάδης, Δ. Μυταράς, Π. Τέτσης και Γ. Τσαρούχης .
Η τελευταία ατομική έκθεση του Μανουσάκη έγινε στην γκαλερί «Σκουφά 4» της Ελένης Καλλιγά το 1991  (21 Νοεμ.-11 Δεκ.). «Αν ήταν απαραίτητο να έδινα ένα γενικό τίτλο στην έκθεσή μου αυτή», έγραφε στον δίπτυχο κατάλογο της έκθεσης, «θα διάλεγα τον τίτλο ‘Διάλογος με τα πράγματα’. Η αγάπη που τρέφω προς τα πράγματα και η προσπάθειά μου ν’ αποκαταστήσω κάποια σχέση μαζί τους, δεν είναι κάτι το νέο. ΄Αλλωστε νομίζω ότι το ‘νέο’ στην τέχνη  δεν είναι τίποτε άλλο από τη μοναδική και ανεπανάληπτη περίπτωσή μας και ο διαφορετικός τρόπος που βλέπει ο καθένας από μας τον Κόσμο, τα πράγματα ». Αυτόν τον δικό του «Κόσμο» τον παρουσίασε με 19 έργα, όλα αυγοτέμπερες.
΄Εργα του σε ομαδικές εκθέσεις συνέχιζε να παρουσιάζει έως τα  τελευταία χρόνια της  ζωής του. Το 1992 (28 Μαΐου-20 Ιουν.) συμμετείχε, μαζί με τους Δ. Κοκκινίδη, Γ. Μαλάμο, Γ. Μαυροΐδη, Χρ. Μποκόρο, Θ. Παπαγιάννη, Π. Πρέκα, Γ. Ρόρη και Π. Τέτση στην ομαδική έκθεση «Ελληνική Άνοιξη. Ζωγραφική-Γλυπτική» –διοργανώθηκε για τα δεκαπέντε χρόνια της Artigraf– με το έργο του «Ελληνικό τοπίο», δουλεμένο με την τεχνική της  αυγοτέμπερας . 
Συμμετείχε επίσης το 1994 σε δύο εκθέσεις του Διεθνούς Κέντρου Εικαστικών Τεχνών   «Αέναον». Το θέμα της πρώτης, τον Ιανουάριο, ήταν «Οι ζωγράφοι και τα νεοκλασικά», όπως τα απεικόνισαν παλιοί και νεώτεροι καλλιτέχνες: Μ. Αγγελίδου, Α. Βαλατσού, Β. Ηλιακοπούλου,  Σ. Μαζαράκη-Καλογεροπούλου, Κ. Οικονομάκου και Μ. Πωπ, καθώς και οι Α. Αϊβάζογλου,  Μ. Βενιός, Π. Γαβριελάτος, Μ. Γεωργάς, Χρ. Γκαλτέμης, Γ. Δρούτσας, Δ. Καραβάκος, Κ. Κουνάδης, Κ. Μαλάμος, Ευ. Μαρίνος, και Γ. Τσαρούχης .
Η δεύτερη (20 Δεκ.1994-31 Ιαν.1995) είχε τον  τίτλο «Σε  αναζήτηση  της ελληνικότητας, Η γενιά του ’30. Ζωγραφική- Κεραμική- Γλυπτική - Χαρακτική», και παρουσιάστηκαν έργα πολλών καλλιτεχνών: Θ. Απάρτη, Α. Αστεριάδη, Π. Βαλσαμάκη, Σπ. Βασιλείου, Γ. Βελισσαρίδη, Στ. Βουτσαδάκη, Χρ. Δαγκλή, Ν. Εγγονόπουλου, Α. Ζάχου, Α. Θεοδωρόπουλου, Γ. Κεφαλληνού, Φ. Κόντογλου, Κ. Μαλάμου, Γ. Μόσχου, Ε. Παπαδημητρίου, Σπ. Παπαλουκά, Ν. Περαντινού, Δ. Πικιώνη, Γ. Σικελιώτη, Α. Ταρσούλη, Α. Τάσσου, Μ. Τόμπρου, Γ. Τσαρούχη, Ν. Χατζηκυριάκου-Γκίκα και Τ. Χρυσοχοΐδη .
To Μάρτιο του 1994 εξέθεσε έργα του στην γκαλερί «Αριάδνη» στο Ηράκλειο μαζί με τους Γιώργο Γεωργιάδη, Γιάννη Μιγάδη  και Θωμά Παπαδοπεράκη, και συμμετείχε επίσης (12 Δεκ.-19 Ιαν.) στην έκθεση «Χαρακτικά και έντυπα από την Κατοχή και την Αντίσταση» που έγινε στην αίθουσα τέχνης  «Αστήρ» στην Αθήνα , στην οδό Μέρλιν αρ. 6. ΄Εστειλε επίσης έργα του −μια αυγοτέμπερα, «Κορινθιακοί αρύβαλλοι», και δύο λιθογραφίες, «Η Κούλουρη» και «Η Λήμνος»− στην έκθεση που διοργάνωσε η Γερμανο-Ελληνική ΄Ενωση Καλλιτεχνών Τυβίγγης στη Βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου στο Tübingen (Νοέμβ.1995- Ιαν. 1996), για να γιορτάσει τα δεκάχρονα από την ίδρυσή της .
΄Εργα του παρουσιάστηκαν και το 1996/1997 σε δύο ακόμα εκθέσεις που διοργάνωσε το «Αέναον». Η μια, με έργα των Α. Αϊβάζογλου, Σπ. Βασιλείου, Σ. Καραβούζη, Γ. Μανουσάκη, Σ. Παπούλια, Μ. Πρέκα, Π. Πρέκα, Τ. Σιδέρη, Γ. Σταθόπουλου, Π. Τέτση κ.ά., πραγματοποίησε το καλοκαίρι του 1996 «περίπλου» στα νησιά των Κυκλάδων και τον Οκτώβριο μεταφέρθηκε στην Αθήνα .  Η άλλη (18 Δεκ.1996-31 Ιαν.1997) είχε ως θέμα «Το μεταφυσικό στη νεοελληνική τέχνη», και ο Μανουσάκης συμμετείχε με το έργο του «Τρία λευκά βότσαλα σε μια λευκή πετσέτα» . Το 1997 πήρε μέρος και στην ομαδική έκθεση τριάντα εννέα Κρητών καλλιτεχνών στη Δημοτική Πινακοθήκη Ηρακλείου, με το πορτρέτο της Μαρίας Φιοράκη, έργο που ανήκει στη Δημοτική Πινακοθήκη Ηρακλείου. Είχε ξεκινήσει μάλιστα τότε η προεργασία για μια μεγάλη αναδρομική έκθεση των έργων του Μανουσάκη στην γκαλερί Κ. Σταυρακάκη στο Ηράκλειο, καθώς και για όλες τις πάρεργες δραστηριότητές του, έκθεση που τελικά δεν έγινε . Το 1999 συμμετείχε στην ομαδική έκθεση «Τρινέμεια» που οργάνωσε το Πνευματικό Κέντρο του Δήμου Ν. Ερυθραίας.
Η τελευταία συμμετοχή του σε ομαδική έκθεση χρονολογείται τον Ιούνιο του 2001, στην  έκθεση που διοργάνωσε η γκαλερί «Αστρολάβος» με θέμα «Πειραιάς-Θάλασσα». Συμμετείχαν, εκτός από τον Μανουσάκη,  οι  Μ. Γεωργάς, Γ. Γκολφίνος, Δ. Κοκκινίδης, Δ. Μυταράς, Τ. Παρασκίδης, Π. Πρέκας, Ν. Στεφάνου, Α. Φασιανός και Μ. Χάρος . Συνέχιζε να ζωγραφίζει έως ότου  έκλεισε ο κύκλος της ζωής του  στις 21  Ιανουαρίου του 2003.
 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου